Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2008

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι

Ακολουθεί ‘’σεντόνι’’ από τα λίγα. Καλή δύναμη σε όποιον κάνει το λάθος να το διαβάσει όλο…

Όταν βρίσκομαι σε εργασιακή άδεια προσπαθώ να κάνω διάφορα πράγματα που δεν περιλαμβάνονται στην λίστα των καθημερινών συνηθειών μου. Για αυτόν τον λόγο άλλωστε δεν μένω στην Σάμο ούτε μέρα όταν είμαι αδειούχος. Δεν το πετυχαίνω πάντα (το να κάνω διαφορετικά πράγματα), νοητικά πάντως, προετοιμάζομαι προς αυτήν την κατεύθυνση. Μία συνήθεια από αυτές που εξαιρούνται της βασικής μου επιδίωξης για αλλαγή παραστάσεων, είναι το διάβασμα. Μπορώ να πω πως στην άδεια μου διαβάζω πολύ περισσότερο, και αυτό δεν οφείλεται στον επιπλέον ελεύθερο χρόνο αλλά κυρίως στο ότι δεν ξοδεύω (άσκοπα;) το χρόνο μου σε ίντερνετ , τηλεόραση και ποδόσφαιρο. Τις 16 μέρες που ήμουν Θεσσαλονίκη, διάβασα 3 βιβλία. Τελείωσα το «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά» του Μουρσελά , το μυθιστόρημα-παραμύθι «Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον» του Ρίτσαρντ Μπαχ και τελευταίο το «Αναζητώντας την ευτυχία» του Ντάνιελ Γκίλμπερτ.
Το τελευταίο είναι πραγματικά εξαιρετικό βιβλίο και αξίζει ειδικής αναφοράς. Όπως γράφει και ο συγγραφέας , παρά την αναφορά της λέξης «ευτυχία» στον τίτλο , το βιβλίο δεν είναι εγχειρίδιο για το πώς να γίνει κανείς ευτυχισμένος. Τέτοια βιβλία υπάρχουν στο ράφι με τον τίτλο «βιβλία αυτοβοήθειας» σε άλλον διάδρομο του βιβλιοπωλείου και αν όσοι κάνουν αυτό που λένε τα βιβλία αυτά , συνεχίσουν να είναι δυστυχισμένοι , μπορούν να διαβάσουν το «Αναζητώντας την ευτυχία» για να καταλάβουν το γιατί…
Το εν λόγω βιβλίο περιγράφει όσα έχει να πει η επιστήμη για το πώς και πόσο καλά μπορεί ο ανθρώπινος νους να φανταστεί το μέλλον του , και για το πως και πόσο καλά μπορεί να προβλέψει το μέλλον εκείνο που θα τον ικανοποιήσει πιο πολύ. Ό γρίφος αυτός έχει απασχολήσει τους κορυφαίους διανοητές για πάνω από 2 χιλιάδες χρόνια και εντάσσεται σε ένα φιλοσοφικό πλέγμα αναζητήσεων μαζί με ζητήματα όπως το νόημα τη ζωής , ο φόβος του θανάτου, ο σκοπός της ζωής κ.α.

Ακολουθούν διάφορες αναφορές σχετικές με το βιβλίο:

Οι ψυχολόγοι τουλάχιστον μία φορά στην καριέρα τους αναφέρουν ή γράφουν μία χαρακτηριστική φράση η οποία ξεκινάει με το : « Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο που…». Κάποιοι ψυχολόγοι τελείωσαν την φράση με το «χρησιμοποιεί την γλώσσα» , αλλά αρκετά χρόνια αργότερα διαπιστώθηκε ότι κάποιοι χιμπατζήδες έμαθαν να επικοινωνούν με χειρονομίες. Και όταν κάποιοι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι χιμπατζήδες στη φύση χρησιμοποιούν ραβδιά για να ξετρυπώνουν τερμίτες από τις φωλιές τους (και ενίοτε για να δίνουν κατακεφαλιές ο ένας στον άλλο) , τότε όλος ο κόσμος ξαφνικά θυμήθηκε ολόκληρα τα ονόματα και τις διευθύνσεις των ψυχολόγων που είχαν συμπληρώσει ΤΗΝ φράση με το «χρησιμοποιεί τα εργαλεία». Οι ψυχολόγοι λοιπόν καλό θα είναι να είναι επιφυλακτικοί όταν συμπληρώνουν ΤΗΝ φράση διότι η διάψευση από έναν πίθηκο είναι σχεδόν δεδομένη… Ο συγγραφέας του βιβλίου τολμάει να συμπληρώσει ΤΗΝ φράση και αυτός για πρώτη φορά , όπως γράφει , με το εξής: «ο Άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που σκέφτεται το μέλλον»



Οι πρώτοι εγκέφαλοι υπολογίζεται ότι εμφανίστηκαν στην γη πριν από περίπου 500 εκατομμύρια χρόνια. Μετά από ένα διάστημα 430 εκ. χρόνων εξελίχθηκαν στους εγκεφάλους των πιο πρώιμων πρωτευόντων , και περίπου 70 εκ. χρόνια ακόμα μέχρι να εξελιχθούν σε εγκεφάλους των πρώτων πρωτανθρώπων. Μετά κάτι συνέβη- κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι, αλλά οι εικασίες κυμαίνονται από τη μεταβολή του κλίματος σε ψυχρότερο έως την εφεύρεση του μαγειρέματος- και έτσι ο ανθρώπινος εγκέφαλος μεγάλωσε με μία άνευ προηγουμένου ταχύτητα: Η μάζα του υπερδιπλασιάστηκε μέσα σε λίγο περισσότερο από 2 εκ χρόνια και μετασχηματίστηκε σε εγκέφαλο του Homo Habilis , που ζύγιζε περίπου μισό κιλό , στον βάρους ενάμισι κιλού εγκέφαλο του Homo sapiens. Η πρωτοφανής αυτή αύξηση δεν προέκυψε ομοιόμορφα σε όλο τον εγκέφαλο αλλά επικεντρώθηκε σε συγκεκριμένο τμήμα του , γνωστό ως μετωπιαίος λοβός , το οποίο βρίσκεται ακριβώς πάνω από τα μάτια. Οι πρόσφατες μελέτες (των τελευταίων 50 χρόνων) έδειξαν ότι το τμήμα αυτό ’’ευθύνεται’’ για την ικανότητα του ανθρώπου να στοχάζεται και να φαντασιώνεται το μέλλον.



Θα ρωτήσει τώρα κάποιος εύλογα: Ποιος ο λόγος που ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει την ικανότητα να στοχάζεται το μέλλον; Έχουμε τόσα και τόσα να σκεφτούμε για το παρόν και την ποιότητα της ζωής μας κι όμως ο εγκέφαλος μας επιμένει πεισματικά να μας «προβάλει» στο μέλλον. Η πιο προφανής απάντηση (εκτός από την αύξηση της ικανότητας επιβίωσης του είδους) είναι ότι η σκέψη του μέλλοντος προκαλεί ευχαρίστηση! Τόσο απλά. Οι περισσότερες σκέψεις μας για το μέλλον είναι θετικές και φανταζόμαστε τον εαυτό μας να κάνει απίθανα πράγματα , την ομάδα μας να σαρώνει τους τίτλους και την κλήρωση του τζόκερ να μετατρέπεται σε προσωπικό μας θρίαμβο. Η τάση αυτή μας οδηγεί όμως αρκετές φορές και σε απογοητεύσεις καθώς δεν είναι δυνατόν να εκπληρωθούν όλες μας οι μελλοντικές επιθυμίες και σκέψεις. Εκτός αυτού, υπάρχει και το ζήτημα της πλάνης των προβλέψεων. Όπως ακριβώς βιώνουμε οπτικές πλάνες αλλά και πλάνες μνήμης (πόσες φορές προσπαθούμε να θυμηθούμε κάτι και δεν μπορούμε με τίποτα;) έτσι πολλές φορές προβλέπουμε το μέλλον και –κυρίως- το πώς θα νιώσουμε όταν θα το βιώσουμε , πέφτοντας όμως τελείως «έξω». Δεν είναι λίγες οι φορές που υπερεκτιμάμε την πιθανή ευχαρίστηση που θα πάρουμε από ένα μελλοντικό ενδεχόμενο (π.χ. να κάνουμε δεσμό με κάποιον ή κάποια που μας αρέσει πάρα πολύ) και όταν αυτό το ενδεχόμενο συμβαίνει, διαπιστώνουμε ότι δεν ήταν τα πράγματα και τόσο τέλεια όπως τα φανταζόμασταν. Ή για παράδειγμα , όταν στοχαζόμαστε τις διακοπές που θα κάνουμε το καλοκαίρι στην Σαντορίνη και όταν αυτές έρχονται δεν περνάμε και τόσο καλά όσο περιμέναμε…



Η σκέψη του μέλλοντος είναι ουσιαστικά η προσπάθεια που κάνουμε ώστε να φανταστούμε τα «σενάρια» εκείνα που θα μας κάνουν όσο το δυνατόν πιο ευτυχισμένους. Εδώ όμως αρχίζουν τα δύσκολα. Τι είναι ευτυχία; Πως μπορούμε να βάζουμε στόχους για να πετύχουμε πράγματα που θεωρούμε ότι θα μας κάνουν ευτυχισμένους όταν δεν μπορούμε να ορίσουμε ούτε θεωρητικά άλλα ούτε και επιστημονικά τι σημαίνει ευτυχία; Μπορεί άραγε να οριστεί ένα συναίσθημα; Σε κάθε βιβλιοθήκη υπάρχουν βιβλία που προσπαθούν να ορίσουν τι είναι ευτυχία. Η λέξη αυτή δεν μπορεί να οριστεί διότι έχει κατασκευαστεί για να ορίσει την ευχαρίστηση που νιώθουμε όταν βιώνουμε κάποιες καταστάσεις. Είναι τόσες πολλές όμως οι καταστάσεις αυτές που έχει δημιουργηθεί μία τρομακτική σύγχυση ορολογίας. Αν ρωτήσουμε 1000 άτομα τι σημαίνει για καθένα από αυτά μέγιστη ευτυχία , θα πάρουμε 1000 διαφορετικές απαντήσεις , και αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι κάθε άνθρωπος προσλαμβάνει ευχαρίστηση με διαφορετικούς τρόπους. Ευτυχία είναι το συναίσθημα (η εμπειρία) που νιώθουμε όταν πράττουμε κάτι, και δεν είναι οι πράξεις που οδηγούν σε αυτή. Επειδή όμως η εμπειρία είναι υποκειμενική συναισθηματική διαδικασία , δεν μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε την ευτυχία ανάλογα με τις πράξεις. Π.χ. κάποιος αισθάνεται ευτυχία όταν σκοτώνει , ενώ κάποιος άλλος όταν προσφέρει χρήματα σε φιλανθρωπικά ιδρύματα. Εκ διαμέτρου αντίθετες ενέργειες , οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν στο ίδιο συναίσθημα χωρίς να γνωρίζουμε ούτε εμείς άλλα ούτε και οι ίδιοι που το ζουν , ποιο προσφέρει μεγαλύτερη ευτυχία. Η λέξη «ευτυχία» χρησιμοποιείται για να ορίσει τρία σχετιζόμενα μεταξύ τους πράγματα , τα οποία πρόχειρα ονομάζουμε συναισθηματική ευτυχία , ηθική ευτυχία και αξιολογική ευτυχία Η συναισθηματική, είναι η βασικότερη της τριάδας και η πλέον δύσκολη να οριστεί. Η ευτυχία είναι λοιπόν τελείως υποκειμενική έννοια , αλλά το μόνο σίγουρο σχετικά με αυτήν , είναι το γεγονός ότι όλοι κάνουμε ότι περνάει από χέρι μας για να την βιώσουμε. Γράφει χαρακτηριστικά ο Φρόιντ: “Το ερώτημα για τον σκοπό της ζωής του ανθρώπου έχει τεθεί αναρίθμητες φορές. Δεν έχει απαντηθεί ικανοποιητικά , και ίσως μάλιστα τέτοια απάντηση δεν υπάρχει. […] Ας στραφούμε λοιπόν σε ένα λιγότερο φιλόδοξο ερώτημα: Ποιος είναι ο σκοπός και η πρόθεση των ανθρώπων στη ζωή όπως συνάγεται από τη συμπεριφορά τους; Τι ζητούν από τη ζωή και τι επιθυμούν να επιτύχουν σε αυτή; Η απάντηση δύσκολα τίθεται υπό αμφισβήτηση: Επιδιώκουν την ευτυχία. Επιθυμούν να γίνουν ευτυχείς και να παραμείνουν ευτυχείς. Αυτή η αναζήτηση έχει δύο όψεις , μία θετική και μία αρνητική. Από τη μία πλευρά στοχεύει στην απουσία του πόνου και της δυσαρέσκειας , και από την άλλη στην βίωση δυνατών συναισθημάτων ευχαρίστησης’’. Στα ίδια φιλοσοφικά συμπεράσματα είχαν καταλήξει ο Πλατών , ο Αριστοτέλης , ο Hobbes , o Mill , o Bentham και άλλοι. Ο φιλόσοφος και μαθηματικός Blaise Pascal ήταν ιδιαίτερα ξεκάθαρος σε αυτό το σημείο: ‘’Όλοι οι άνθρωποι επιδιώκουν την ευτυχία. Επ’ αυτού δεν υπάρχουν εξαιρέσεις. Όσο διαφορετικά και αν είναι τα μέσα που χρησιμοποιούν , όλοι έχουν τούτο στο σκοπό. Η αιτία που κάποιοι πάνε στον πόλεμο και άλλοι τον αποφεύγουν είναι η ίδια επιθυμία και στους δύο , η οποία απλώς υπηρετείται από διαφορετικές σκοπιές. Η βούληση δεν εκκινεί παρά μόνο προς αυτόν το στόχο. Αυτό είναι το κίνητρο κάθε ενέργειας , κάθε ανθρώπου , ακόμα και εκείνων που αυτοκτονούν.’’ Όπως αναφέραμε παραπάνω δεν μπορούμε να συγκρίνουμε εμπειρίες διαφορετικών ανθρώπων και να καταλήξουμε ποιος είναι πιο ευτυχισμένος. Αυτό δεν είναι πρόβλημα. Περί ορέξεως … κολοκυθόπιτα. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να συγκρίνουμε ούτε καν 2 εμπειρίες που ζήσαμε εμείς οι ίδιοι. Είτε αυτές οι εμπειρίες συνέβησαν και οι 2 στο παρελθόν είτε την μία την βιώνουμε τώρα ενώ την άλλη την είχαμε βιώσει παλαιότερα. Αυτό συμβαίνει λόγω ατελειών της μνήμης του εγκεφάλου μας. Η μνήμη ‘’συμπιέζει’’ τα δεδομένα που έχουμε ζήσει και κρατάει μία κεντρική ιδέα. Θυμόμαστε στιγμές του ‘’φιλμ’’ της ζωής, και όχι όλη την ταινία. Αυτό δυστυχώς έχει επιπτώσεις στην κρίση μας χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε.



Η υποκειμενική συναισθηματική εμπειρία είναι μία βιωματική κατάσταση που είναι αρκετά δύσκολο να διερευνηθεί επιστημονικά. Ως γνωστών , η επιστήμη στηρίζεται στην επαλήθευση , το πείραμα και την ακρίβεια. Δεν υπάρχει στην επιστήμη ‘’ίσως’’ ή ‘’μπορεί’ ή ‘’ενδεχομένως’’. Στην επιστήμη της ψυχολογίας όμως , προκειμένου να ‘’μετρήσουμε’’ είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε κάποιες παραδοχές: α) Τα ατελή εργαλεία αποτελούν μπελά αλλά σε σχέση με τα μη εργαλεία είναι προτιμότερα. Ούτε τα θερμόμετρα , ούτε τα φασματόμετρα αλλά ούτε και τα βαρόμετρα μετρούν με ακρίβεια. Παρόλα αυτά τα χρησιμοποιούμε. Το ίδιο ισχύει λοιπόν και στην επιστήμη της ψυχολογίας. Αν αποκλείαμε κάθε μέτρηση λόγω μη απόλυτης ακρίβειας ή μόνη επιστήμη που θα μας είχε μείνει θα ήταν τα μαθηματικά. β) Από όλες τις ατελείς μετρήσεις που κάνουμε για να μετρήσουμε μία υποκειμενική εμπειρία (π.χ. ευτυχία) , η ειλικρινής , σε πραγματικό χρόνο αναφορά που δίνει ένα άτομο προσηλωμένο στο ζήτημα , είναι εκείνη που δίνει και το μικρότερο σφάλμα. γ) Η τρίτη παραδοχή είναι ο λεγόμενος νόμος των μεγάλων αριθμών. Αν κάνεις πάρα πολλές πειραματικές μετρήσεις , το εξαγόμενο αποτέλεσμα είναι και το πλέον κοντινό στην πραγματικότητα. Γνωρίζουμε ότι αν ρίξουμε 10 φορές ένα κέρμα , μπορεί να έρθει 7 φορές γράμματα και 3 φορές κορώνα ή το αντίθετο παρόλο που η πιθανότητα είναι 50% και αναμένουμε να έρθει κορώνα 5 φορές και γράμματα άλλες τόσες. Σε πλήθος ενός εκατομμυρίου ρίψεων του κέρματος , το εξαγόμενο αποτέλεσμα θα πλησιάζει πολύ κοντά στον 50%. Η κατάσταση δηλαδή εξομαλύνεται λόγω του πλήθους των ρίψεων.



Ένα από ερωτήματα που τίθενται πολύ συχνά είναι το εξής: Αφού όλοι μας επιδιώκουμε την ευτυχία και στοχαζόμαστε διαρκώς τι θα κάνουμε στο μέλλον προκειμένου να ήμαστε ευτυχισμένοι , για ποιον ακριβώς λόγο πέφτουμε τόσο συχνά ‘’έξω’’ στο τι είναι αυτό που θα μας κάνει πραγματικά ευτυχισμένους; Το να φανταζόμαστε «πως θα αισθανόμασταν αν» είναι μία από τις πιο συνηθισμένες και σημαντικές νοητικές πράξεις που κάνουμε σχεδόν καθημερινά. Το ζήτημα είναι ότι προσπαθώντας να φανταστούμε πως θα αισθανόμαστε στο μέλλον , χρησιμοποιούμε δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στην μνήμη μας. Η μνήμη όμως δεν λειτουργεί σαν αχανής σκληρός δίσκος που περιλαμβάνει όλα τα δεδομένα του παρελθόντος. Προκειμένου να τα χωρέσει όλα , ‘’κλέβει’’. Κρατάει συγκεκριμένα δεδομένα από μία παλαιά εμπειρία τα οποία πολλές φορές δεν είναι καν τα πιο αντιπροσωπευτικά αυτής της εμπειρίας. Για αυτόν τον λόγο όταν ζούμε ένα γεγονός αισθανόμαστε διαφορετικά από ότι όταν το αναπολούμε. Δεν είναι λίγες οι φορές που ζήσαμε κάτι δυσάρεστο , αλλά μετά από καιρό το εξιδανικεύσαμε και το αναπολήσαμε ως ευχάριστη εμπειρία. Αυτό μπορεί να συμβεί και αντίστροφα. Τα πράγματα λοιπόν , δεν είναι όπως τα θυμόμαστε. Και πολλές φορές δεν είναι καν όπως τα βλέπουμε. Σε αντίθεση με τον ρεαλισμό του John Locke , ο Immanuel Kant εισήγαγε την έννοια του ιδεαλισμού , σύμφωνα με την οποία εκτός από την λειτουργία της όρασης προκειμένου να δούμε κάτι και να το αποθηκεύσουμε στην μνήμη μας , λειτουργεί και μία ψυχολογική διεργασία βασισμένη στα προηγούμενα βιώματα μας και στις γνώσεις μας. Ο εγκέφαλος μας δηλαδή, συνδυάζει τις αισθήσεις (π.χ. όραση) με την νόηση (προηγούμενες γνώσεις και εμπειρίες) προκειμένου να καταλήξει σε αυτό που ονομάζουμε αντίληψη της πραγματικότητας. Έγραφε ο Kant : « Η νόηση δεν μπορεί να διαισθανθεί τίποτα, και οι αισθήσεις δεν μπορούν να σκεφτούν τίποτα». Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος μας δεν είναι απλά ένας καταγραφέας , άλλα ένας εξαιρετικά πολύπλοκος υπολογιστής που συνδυάζει δεδομένα ώστε να καταλήξει σε αυτό που λέμε πραγματικός κόσμος. Το αποτέλεσμα λοιπόν που αντιλαμβανόμαστε είναι μία ‘’ερμηνεία’’ του εγκεφάλου. Αυτό το δεδομένο όμως έχουμε την τάση να το ξεχνάμε , και σε συνδυασμό με τα προβλήματα που παρουσιάζει η μνήμη μας , αγνοούμε πολλές παραμέτρους που θα μας βοηθούσαν να φανταστούμε το μέλλον μας και την προσδοκώμενη ευτυχία μας, πολύ πιο εύστοχα και σωστά. Για αυτόν τον λόγο λοιπόν πέφτουμε σε πολλά λάθη πρόβλεψης…



Δυστυχώς δεν είναι μόνο αυτά τα προβλήματα στην λειτουργία του εγκεφάλου, που περιορίζουν την ικανότητα μας να προβλέψουμε σωστά την μελλοντική μας ευτυχία. Ο εγκέφαλος όταν επεξεργάζεται ερεθίσματα από το περιβάλλον , δίνει μεγάλη βαρύτητα σε αυτά που του έκαναν «εντύπωση». Χρησιμοποιεί αυτά που συμβαίνουν και αγνοεί αυτά που δεν συνέβησαν ή αυτά που θα μπορούσαν να συμβούν. Έχουμε σαν άνθρωποι μία δυσκολία να αντιληφθούμε τις απουσίες. Αν , για παράδειγμα, σκεφτούμε κάτι κακό και αυτό μετά από 2 μέρες συμβεί , λέμε : Είδες; Το είχα προαισθανθεί! Όταν περάσει καιρός , είμαστε πλέον σίγουροι ότι το προαίσθημα μας, είχε βγει αληθινό. Έλα όμως που έχουμε αγνοήσει τις πολύ περισσότερες περιπτώσεις που σκεφτήκαμε κάτι και αυτό δεν έγινε… Αυτές δεν τις θυμόμαστε. Θυμόμαστε μόνο αυτήν που επαληθεύτηκε. Αυτό συμβαίνει σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Ας μην μιλήσουμε για τα μαϊμού θαύματα που λαμβάνουν χώρα κάθε τρεις και λίγο. Η απροσεξία μας αυτή , δυστυχώς επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε το μέλλον.



O William Thomson Kelvin υπήρξε ένας από τους κορυφαίους φυσικούς της εποχής του. Κάποτε ξεστόμισε το εξής: «πτητικές μηχανές βαρύτερες του αέρα είναι αδύνατες». Τον φαντάζεστε τι έκπληξη θα ένιωθε αν έβλεπε ένα αεροπλάνο να πετάει; Δεν είναι όμως μόνο αυτός… Το λάθος που κάνουν όλοι (όσο τρανοί επιστήμονες και αν είναι ) είναι ότι λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το παρόν όταν επιχειρούν προβλέψεις για το μέλλον. Δεν γίνεται συνειδητά , αλλά γίνεται κατά κόρον και από όλους. Και δεν γίνεται μόνο για επιστημονικά και τεχνολογικά θέματα. Όταν σκεφτόμαστε πράγματα που έγιναν στο παρελθόν και προσπαθούμε να θυμηθούμε τι αισθανόμασταν τότε , επηρεαζόμαστε πάρα πολύ από το πώς νιώθουμε τώρα. Επίσης όταν προσπαθούμε να σκεφτούμε πως θα αισθανόμαστε στο μέλλον σε περίπτωση που συμβεί κάτι (π.χ. αποκτήσουμε παιδί) χρησιμοποιούμε πάλι τα αισθήματα του παρόντος (πως θα αισθανόμουν τώρα αν είχα παιδί;). Η όλη διαδικασία ονομάζεται «προσυναίσθημα» και είναι ο βασικός τρόπος με τον οποίο λειτουργούμε. Δεν είναι λίγες οι φορές που το «προσυναίσθημα» μας προδίδει. Αυτό οφείλεται στην προτεραιότητα που δίνει ο εγκέφαλος στην πραγματικότητα του παρόντος , επηρεάζοντας τις προβλέψεις και τις μνήμες. Εν ολίγης , συναίσθημα είναι η εμπειρία που προκύπτει από την ροή πληροφορίας που απορρέει από τον κόσμο της πραγματικότητας ενώ προσυναίσθημα είναι η συναισθηματική εμπειρία που προκαλείται όταν θυμόμαστε ή όταν φανταζόμαστε. Η σύγχυση των δύο αυτών εννοιών είναι το δημοφιλέστερο σπορ στον κόσμο. Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: Αν σας ρωτήσουν πόσο ευχαριστημένοι είστε από την ζωή σας , πιστεύετε ότι η απάντηση σας θα είναι αμερόληπτη; Αν το πιστεύετε , κάνετε λάθος! Η απάντηση σας , ενδεχομένως να επηρεαστεί από τον καιρό που θα έχει την μέρα που θα σας ρωτήσουν! Αν η μέρα είναι ηλιόλουστη και φωτεινή , έχει αποδειχθεί επιστημονικά , ότι η απάντηση είναι περισσότερο θετική και αισιόδοξη. Αν είναι βροχερή και μουντή , μπορεί να απαντήσετε διαφορετικά. Η ζωή σας όμως είναι αυτή που είναι , και δεν επηρεάζεται από τον καιρό. Η διάθεση σας και ο τρόπος που αισθάνεστε την δεδομένη στιγμή που θα σας ρωτήσουν , επηρεάζει τον τρόπο που βλέπετε την ζωή σας. Η συναισθηματική κατάσταση του παρόντος είναι αμείλικτη. Μπερδεύει την σκέψη μας και μας παραπλανά…



Όταν οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν συλλογισμούς σχετικά με κάτι αφηρημένο , έχουν την τάση να φαντάζονται κάτι συγκεκριμένο που μοιάζει με το αφηρημένο , και κατόπιν κάνουν συλλογισμούς χρησιμοποιώντας αυτό. Όλοι μας γνωρίζουμε , ότι ο χώρος είναι κάτι συγκεκριμένο ενώ ο χρόνος μία έννοια που δεν μπορούμε να συλλάβουμε. Κάθε φορά λοιπόν που κάνουμε χρονικούς συλλογισμούς , σκεφτόμαστε με βάση τον χώρο. Για αυτόν τον λόγο άλλωστε , φανταζόμαστε τον χρόνο σαν κάτι που όταν περνάει είναι «πίσω» μας ενώ όταν είναι να έρθει βρίσκεται «μπροστά» μας. Απομακρυνόμαστε από το «χθες» και «πλησιάζουμε το «αύριο». Η μέθοδος αυτή του εγκεφάλου να τοποθετεί τα χρονικά γεγονότα σε μία σειρά ξεκινώντας από πίσω προς τα εμπρός είναι καθοριστική προκειμένου να σκεφτόμαστε και να μπορούμε να συνεννοούμαστε, αλλά πολλές φορές μας παραπλανάει.

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Φίλε, Αλέξανδρε, εξαιρετικά ενδιαφέρον το άρθρο.
Το προσυναίσθημα ,όπως το θέτεις, είναι υπεύθυνο για την συναισθηματική σύγχυση που βιώνει ο άνθρωπος. Δεν ξέρω αν είναι αποκλειστικότητα του ανθρώπου να σκέφτεται το μέλλον. Αν δούμε στην φύση θα διαπιστώσουμε ότι τα ζώα αναπτύσσουν συμπεριφορές τέτοιες για να αποφύγουν μια δυσάρεστη εμπειρία (πλήθος ψυχολογικών πειραμάτων το έχουν αποδείξει), όπως και πρακτικές στην ζωή τους που τους εξασφαλίζουν καλύτερες συνθήκες επιβίωσης (αποδήμηση πουλιών κτλ). Το έχουν βαφτίσει ένστικτο, αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς την λειτουργία αυτού του μηχανισμού. Φυσικά τα ζώα αντιλαμβάνονται την ζωή πολύ πιο απλά απ' ότι εμείς αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με το αν σκέφτονται μπροστά στον χρόνο.
Δεν έχω διαβάσει κάτι σχετικό με όλα αυτά , είναι γρήγορες σκέψεις και μπορεί να χαρακτηριστούν και ως χαζομάρες.

Alexandros είπε...

Η διαφορά με τα ζώα είναι ότι ακολουθούν πάντα μία δεδομένη σειρά ενεργειών. Τα μυρμήγκια , μαζέυουν τροφή όχι επειδή σκέφτηκαν το μέλλον αλλά επειδή είναι "προγραμματισμένα" να το κάνουν. Ένα μυρμήγκι δεν σκέφτεται το μέλλον κάνοντας "προβολή" του εαυτού του σε αυτό. Ο άνθρωπος σκέφτεται "πως θα είναι τα πράγματα για μένα αν πάρω πτυχίο Νομικής ή Ιατρικής;Θα έχω περισσότερες προοπτικές ή όχι; Θα είμαι πιο ευτυχισμένος;" Τα αποδημητικά πουλιά ακολουθούν και αυτά συγκεκριμένη πορεία εδώ και αιώνες. Μία πορεία η οποία οφειλέται στις κλιματικές αλλαγές από περιοχή σε περιοχή. Και όπως λέει και ο συγγραφέας : Όσο μία πέτρα που πέφτει προς το έδαφος γνωρίζει ότι η πτώση της οφείλεται στον νόμο της βαρύτητας , άλλο τόσο ξέρει και το αποδημητικό πουλί τον λόγο για τον οποίο κάνει αυτό το τεράστιο ταξίδι.
Όλα αυτά βέβαια , δεν είναι καθολου απίθανο κάποια στιγμή να ανατραπούν. Τίποτα δεν είναι δεδομένο στην επιστήμη.

Ανώνυμος είπε...

to5tokalo ΜΑΣ ΤΑ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙ ΤΟΥΜΠΑΝΑ....
DOUDOURO

gatti είπε...

Κατ΄ αρχήν δεν έπρεπε να προειδοποιήσεις ότι ακολουθεί σεντόνι, αλλά ολόκληρη διατριβή!
Πραγματικά πολύ ενδιαφέρον άρθρο, εξηγεί πολλά από τα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή μας αλλά δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει ότι είναι έτσι. Θα διαφωνήσω ωστόσο με τη σχέση καιρού με την απάντηση στο ερώτημα αν είμαστε ευτυχισμένοι από τη ζωή μας. Αν εγώ έχω τις ...μαύρες μου, όσο ηλιόλουστη κι αν είναι η ημέρα, ότι αισθάνομαι χάλια θα απαντήσω.

Αντίθετα, συμφωνώ με το άρθρο στο σημείο που λέει ότι όταν ζούμε ένα γεγονός αισθανόμαστε διαφορετικά από ότι όταν το αναπολούμε. Μου έχει συμβεί να αναπολώ κάτι που τότε που το βίωσα ήταν δυσάρεστο
και τώρα να το σκέφτομαι σαν γλυκιά ανάμνηση!

Περίεργα παιχνίδια παίζει το μυαλό και η ευτυχία είναι τόσο μα τόσο σχετική!

Alexandros είπε...

@gatti
Σύμφωνα με την μελέτη που έχει γίνει , ο καιρός ενδέχεται να επηρεάσει την απάντηση μας. Δεν είναι όμως δεδομένο ότι θα συμβεί αυτό. Και εγώ πολλές φορές έχω τις μαύρες μου ακόμα και καλοκαίρι να είναι!
Σίγουρα όταν αναπολούμε κάτι, αισθανόμαστε πολλές φορές διαφορετικά από ότι όταν το είχαμε ζήσει. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι ο άνθρωπος μετανιώνει πολύ συχνά για πράγματα που ΔΕΝ έκανε , παρά για αυτά που έκανε , άσχετα αν κατέληξαν σε μία δυσάρεστη εμπειρία.
Είναι δύσκολο και αβέβαιο το κυνήγι της ευτυχίας...